Type Here to Get Search Results !

Bottom Ad

Το «σφιχταγκάλιασμα» γεωπολιτικής και C-Suite

 

Τα όρια που διαχωρίζουν τις κυβερνήσεις από τις εταιρείες και τις διεθνείς σχέσεις από το εμπόριο έχουν θολώσει


Μια τεκτονική μετατόπιση, η οποία αναγκάζει τις επιχειρήσεις να γίνουν πρωταγωνιστές στη γεωπολιτική σκηνή, συμβαίνει στον κόσμο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, με την παγκοσμιοποίηση να προελαύνει, και τα εθνικά συμφέροντα να έρχονται σε αντίθεση με τις αγορές.


Τα όρια που διαχωρίζουν τις κυβερνήσεις από τις εταιρείες και τις διεθνείς σχέσεις από το εμπόριο έχουν θολώσει.

Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η επιτυχία ή η αποτυχία της χάραξης εξωτερικής πολιτικής εξαρτάται όλο και περισσότερο από τη λήψη εταιρικών αποφάσεων και το αντίστροφο.

Οι έλεγχοι εξαγωγών και οι κυρώσεις είναι αποτελεσματικές μόνο εάν οι εταιρείες δεν θα αναζητήσουν παρακαμπτήριες λύσεις, καθώς θα πρέπει να διασφαλίσουν τα κέρδη τους, αναφέρει χαρακτηριστικά το Foreign Affairs

Aφότου η Δύση διέκοψε σχεδόν κάθε οικονομική αλληλεπίδραση με τη Ρωσία το 2022, η Μόσχα βρήκε σύντομα εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού από την Κίνα. Οι ρωσικές εισαγωγές από το Πεκίνο έχουν αυξηθεί κατά 64% από το 2021.

Τι είναι οι ομάδες του C-Suite

Ορισμένες από τις κύριες προτεραιότητες της εξωτερικής πολιτικής της Ουάσινγκτον, όπως η ενθάρρυνση για δημιουργία ανθεκτικών αλυσίδων εφοδιασμού καθαρής ενέργειας ή η αναχαίτιση της τεχνολογικής προόδου της Κίνας, βασίζονται σε χιλιάδες μεμονωμένους εταιρικούς παράγοντες, τα συμφέροντα των οποίων δεν ευθυγραμμίζονται πάντοτε με εκείνα της κυβέρνησης των ΗΠΑ.

Οι αλλαγές που έχουν αναστατώσει το γεωπολιτικό τοπίο τα τελευταία χρόνια έχουν αφήσει τα σημάδια τους στο C-suite, την ομάδα ανώτατων στελέχη μιας εταιρείας, οι τίτλοι των οποίων αρχίζουν συνήθως με το γράμμα “C”, δηλαδη «Chief», σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Σε πρόσφατη δημοσκόπηση μεταξύ 500 θεσμικών επενδυτών, η γεωπολιτική κατατάχθηκε ως ο κορυφαίος κίνδυνος για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές το 2024 σύμφωνα με το ο Foreign Affairs.

Τι απασχολεί μια εταιρεία

Τα ερωτήματα που προκύπτουν για μία εταιρεία είναι: Θα πρέπει να δημιουργήσει άλλο ένα εργοστάσιο στην Κίνα, αν υπάρχει ζήτηση στην αγορά. Και αυτό επιτρέπεται από τη σχετική νομοθεσία;

Θα πρέπει μία φαρμακευτική εταιρεία να δημιουργήσει κέντρα έρευνας και ανάπτυξης προηγμένης τεχνολογίας στην Κίνα ή να αγοράσει μία κινεζική εταιρεία βιοτεχνολογίας, δεδομένης της πορείας των σχέσεων μεταξύ Πεκίνου και Δύσης;

Θα πρέπει μια εταιρεία καταναλωτικών ηλεκτρονικών να αγοράζει κινεζικής κατασκευής τσιπ, αν αυτά είναι η πιο αποδοτική επιλογή;

Ελάχιστος έλεγχος και παράλληλα σημαντική επίδραση

Η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα απαιτεί από τα στελέχη των επιχειρήσεων να προβλέψουν τα αποτελέσματα εξαιρετικά ασταθών πολιτικών διαπραγματεύσεων και επιλογών χάραξης πολιτικής, επί των οποίων έχουν ελάχιστο έλεγχο.

Παρόλα αυτά, οι όποιες αποφάσεις τους έχουν σημαντική επίδραση στο κατά πόσον, για παράδειγμα, οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ” απελευθερώσουν” την οικονομική τους δραστηριότητα, από τις γεωπολιτικές διαφορές από την Κίνα.

Το παράδειγμα των ημιαγωγών

Το παράδειγμα των ημιαγωγών είναι ενδεικτικό.

Η Ουάσινγκτον επιδιώκει να επανεγκαταστήσει στις ΗΠΑ την παραγωγή ημιαγωγών (ο περιβόητος νόμος CHIPS), αλλά η επιτυχία του νόμου εξαρτάται μόνο εν μέρει από τον τρόπο με τον οποίο το Υπουργείο Εμπορίου θα κατανείμει τα 39 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιδοτήσεις της νομοθεσίας για τα επόμενα πέντε χρόνια.

Πολύ πιο σημαντικός παράγοντας είναι το κατά πόσον η ταϊβανέζικη εταιρεία κατασκευής τσιπ TSMC θα διακινδυνεύσει να εγκαταστησει μονάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες παρά το υψηλό κόστος και τη σχετική έλλειψη ανθρώπινου κεφαλαίου, και κατά πόσον η Apple θα αποφασίσει να αγοράσει λίγο ακριβότερα τσιπ που κατασκευάζονται από αμερικανικούς κατασκευαστές αντί για φθηνότερα που παράγονται στην Ασία.

Η απροκάλυπτη παρέμβαση Μασκ

Και ο νόμος CHIPS είναι μόνο μία από τις παραμέτρους αυτών των αποφάσεων.

Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι εταιρείες διαμορφώνουν την εξωτερική πολιτική και τις διεθνείς συγκρούσεις με πιο απροκάλυπτους τρόπους.

Πάρτε παράδειγμα το Starlink, την υπηρεσία δορυφορικού Διαδικτύου που προσφέρει η SpaceX, μια εταιρεία που ανήκει στον πλουσιότερο άνθρωπο στον κόσμο, τον Έλον Μασκ.

Καθώς οι ρωσικές κυβερνοεπιθέσεις πριν από την εισβολή του Φεβρουαρίου του 2022, εξουδετέρωσαν τις περισσότερες συνδέσεις στο Διαδίκτυο στην Ουκρανία, ο Μασκ έσπευσε να παράσχει πρόσβαση Starlink στη χώρα, παρέχοντάς της μια κρίσιμη σανίδα σωτηρίας.

Όμως, τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, ο Μασκ αρνήθηκε το αίτημα του Κιέβου να επεκτείνει την κάλυψη του Starlink στην Κριμαία, ώστε οι ουκρανικές δυνάμεις να μπορέσουν να πραγματοποιήσουν επίθεση κατά των ρωσικών δυνάμεων εκεί. Αργότερα έγραψε, ότι «κάτι τέτοιο θα καθιστούσε τη SpaceX “ρητά συνυπεύθυνη σε μια σημαντική πράξη πολέμου και κλιμάκωσης της σύγκρουσης».

Οι κίνδυνοι από τα αντίμετρα

Πολιτικές όπως οι έλεγχοι των εξαγωγών και οι περιορισμοί στις ξένες επενδύσεις ίσως έχουν απρόβλεπτες συνέπειες και πιθανότατα θα λειτουργήσουν μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Τέτοιοι κανόνες απαιτούν επίσης πολύπλευρη δράση, δεδομένου ότι άλλοι παίκτες σε όλο τον κόσμο θα επιδιώξουν ευχαρίστως να αντικαταστήσουν την αμερικανική τεχνογνωσία.

Εξάλλου, οι πιο ακραίες πολιτικές, όπως οι απαγορεύσεις εισαγωγών, ενέχουν τον κίνδυνο ελλείψεων και αύξησης των τιμών, ακόμη και ολοκληρωτικών εμπορικών πολέμων που θα μπορούσαν να καταστρέψουν ολόκληρους κλάδους.

Επιμέλεια: Άτση Κατερίνα

Πηγή: naftemporiki.gr

Δημοσίευση σχολίου

0 Σχόλια

Top Post Ad

Below Post Ad

Bottom Ad